Ο Θωμάς Ιωάννου "Στη Διαπασών"... |
Θωμάς Ιωάννου: μια φωνή που αξίζει να διαβαστεί Διαβάσαμε την ποιητική συλλογή Ιπποκράτους 15, μας μάγεψαν τα ποιήματά του και θελήσαμε να γνωρίσουμε τον ίδιο, τον ποιητή Θωμά Ιωάννου... Όχι απλά γιατί είναι ένας ποιητής από την πόλη μας, την Πρέβεζα, αλλά γιατί πολύ απλά είναι μια σημαντική φωνή της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Μας υποδέχτηκε στο ιατρείο του ?καθώς είναι νευρολόγος? και μας μίλησε για την ποίηση και τη δύναμη του λόγου. Πότε και πώς ξεκινήσατε να ασχολείστε με την ποίηση; Η πιο άμεση επαφή που μπορεί να έχει κάποιος άνθρωπος στην αρχή, είναι συνήθως μέσω των τραγουδιών. Θυμάμαι ότι από πάντα ασυνείδητα προσπαθούσα να θυμηθώ τους στίχους από κάποιο τραγούδι και γενικά έδειχνα μεγάλη προσοχή στο κομμάτι του λόγου. Όταν ήμουν μικρός, πήγαινα σε ένα βιβλιοπωλείο και καθόμουν με τις ώρες και διάβαζα από εφημερίδες, μέχρι ό,τι κλασική λογοτεχνία είχε, οπότε συνδύαζα αυτό το εφήμερο, το παροδικό της εφημερίδας με το κλασικό, το βιβλίο, που ήταν ένας άλλος κόσμος. Με αυτόν τον τρόπο πιστεύω, σταδιακά μέσω της ανάγνωσης, άρχισα να ασχολούμαι -ίσως υπάρχει και μια προδιάθεση- γράφοντας κάποια δικά μου χωρίς να έχουν αφορμή κάποιο προσωπικό γεγονός, αλλά περισσότερο με βάση κάποια ιστορικά γεγονότα. Μετά, στις τάξεις του Λυκείου, άρχισα να γράφω κάτι σαν ημερολογιακές καταγραφές της ζωής μου χωρίς λογοτεχνικές αξιώσεις... Αργότερα ως φοιτητής, αυτό έγινε κάτι πιο μόνιμο... Ήμουν και στην Αθήνα, προσπάθησα να εκτεθώ σε περισσότερα ερεθίσματα, κατάφερα να αποκτήσω ένα προσωπικό στίγμα, ένα δακτυλικό αποτύπωμα στο γράψιμό μου. Έχετε κάποιον αγαπημένο ποιητή από τον οποίο έχετε ίσως εμπνευστεί; Νιώθω περισσότερο ''συγγενικά'' με τις πρώτες μου επαφές με τον ποιητικό λόγο, όπως για παράδειγμα στην εφηβεία μού άρεσε πολύ ο Ελύτης. Μπορούσα σε εκείνη τη φάση της ζωής μου να εκφραστώ μέσα από τα ποιήματά του, έβρισκα στην ποίησή του λόγια που ήθελα να πω. Όπως έχει πει κι ένας συνάδελφος γιατρός και εξαιρετικός δοκιμιογράφος, ο Μακρίδης, η ποίηση του Ελύτη πιάνει τους αθώους αναγνώστες εξαπίνης. Μετά σταδιακά σίγουρα έπαιξε μεγάλο ρόλο και ο Καρυωτάκης, λόγω και της περιοχής, και παράλληλα και οι τρόποι που εισήγαγε στη γλώσσα, γενικώς ο τρόπος που έγραφε με συγκινεί, έχει μια επαναστατικότητα. Έπειτα και ξένους ποιητές, τον Eliot, τον Ezra Pound, κάποιους Πολωνούς ποιητές που μ' άρεσαν στις μεταφράσεις, τη Szymborska, τον Herbert... Από Έλληνες μετά, και αρκετοί μεταπολεμικοί ποιητές, τον Εγγονόπουλο, τον Εμπειρίκο λιγότερο, τον Αναγνωστάκη, τον Καρούζο, τον Παπαδίτσα, τον Λεοντάρη, το Χριστιανόπουλο, το Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου και τη γενιά του '70, με τον Γκανά, το Φωστιέρη, ποιητές που είναι ακόμα ενεργοί. Είναι μια σκυταλοδρομία η γραφή και καλό είναι όσο μπορείς να παρακολουθείς και τα τεκταινόμενα τώρα, να έχεις μια επαφή με τη ζώσα πραγματικότητα της λογοτεχνίας. Και φυσικά και τους κλασικούς... ελληνική ποίηση χωρίς Σολωμό, Κάλβο και Καβάφη δεν υπάρχει. Προσωπικά, είχα πάντα αγαπημένο τον Κάλβο. Γιατί διαλέξατε να εκφραστείτε μέσω της ποίησης και όχι μέσω κάποιας άλλης μορφής τέχνης; Η ποίηση μ' αρέσει σαν λέξη, στα ελληνικά έχει ένα ιδιαίτερο βάθος. ''Eίπε ο Θεός και έγινε'', αυτή η φράση εκφράζει τη δυναμικότητα του λόγου, ο οποίος πάντα μου άρεσε. Μου ήταν ίσως και πιο εύκολο, η ποίηση είναι κάτι που δεν χρειάζεται πολλά, μόνο ένα χαρτί κι ένα μολύβι, είναι κάτι ατομικό και αυτοδίδακτο -όπως είπε κι ο Σεφέρης, «όλοι στη χώρα αυτή είμαστε αυτοδίδακτοι». Άλλωστε, το πιο βασικό χαρακτηριστικό του ανθρώπου είναι ο λόγος. Στα ποιήματά σας, υπάρχει ένα αίσθημα απαισιοδοξίας. Γιατί επιλέξατε να χρησιμοποιήσετε αυτό το συναίσθημα; Μάλλον δεν το επιλέγεις, σε διαλέγει. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει αισιόδοξη και απαισιόδοξη ποίηση, θεωρώ ότι είναι τεχνητοί διαχωρισμοί. Θα προτιμούσα την έννοια ''απελπισμένη¨, με την έννοια ότι ο άπελπις είναι αυτός που δεν έχει τίποτα να χάσει, όπως ο σκλάβος, μόνο τις αλυσίδες του, επομένως είναι σε μια κατάσταση ελευθερίας με κάποιον τρόπο. Όπως είπε και ο Ελύτης ''απελπισία'' είναι η άπω ελπίς, η ελπίδα στο μέλλον. Οπότε έχει και μια αντιστροφή, μου αρέσουν οι όροι που έχουν μια πολυσημία, μια διττή έννοια. Νομίζω ότι πιο πολύ διαπραγματεύομαι το θέμα της ύβρεως που διαπράττει ο άνθρωπος απέναντι στη φύση, στον ίδιο του τον εαυτό, σε μια καλύτερη μοίρα που θα μπορούσε να έχει. Πέρα από κάποιες προσωπικές αναφορές, που δεν περιορίζονται μόνο στο δικό μου μικρόκοσμο, προσπαθώ να βρω συνάφειες και με το περιβάλλον. Επομένως, όχι, δεν θεωρώ ότι υπάρχει ο διαχωρισμός αισιόδοξη και απαισιόδοξη τέχνη. Για παράδειγμα, εδώ στην Ελλάδα, ο κόσμος χορεύει και διασκεδάζει στο άκουσμα καταθλιπτικών τραγουδιών. Άμα σκεφτείς ότι κάποιος μπορεί και χορεύει με κάτι τέτοιο, είναι παράλογο να κατηγορείς την ποίηση για απαισιοδοξία, γιατί έχει ένα διαφορετικό υπαρξιακό βάθος. Υπάρχει όμως στην ψυχοσύνθεση του Έλληνα μια χαρμολύπη, δηλαδή εμπεριέχεται μέσα στη λύπη, που είναι η γενεσιουργός αιτία της γραφής, και μια χαρά, μια αίσθηση ευφορίας, υπέρβασης. Και μόνο που γράφεις είναι σαν μια πράξη αντίστασης σ' αυτό που σε περιβάλλει και μπορείς να εκφράσεις κάποια πράγματα που μπορεί να βοηθήσουν και άλλους, να γίνεις η φωνή και κάποιων άλλων ανθρώπων που για κάποιο λόγο δεν έχουν φωνή. Η δουλειά σας ως νευρολόγος σάς επηρέασε καθόλου στον τρόπο που γράφετε; Δουλεύοντας και μπαίνοντας στη διαδικασία ναι. Η Ιατρική έχει να κάνει πολύ με το πάσχον σώμα, το οποίο είναι βασικός άξονας στη γραφή τη δική μου και με τις ερωτικές συνδηλώσεις, με την έννοια της φθοράς. Παρ' όλα αυτά δεν έχω μεταφέρει πολύ εξειδικευμένους όρους στα ποιήματά μου. Πιστεύω ότι δεν μπορεί κάποιος να γράφει ποιήματα και να βάζει αστερίσκους... Το ποίημα θα πρέπει να διαβάζεται. Οι όροι που χρησιμοποιώ είναι ευρείας χρήσεως και μπορούν να αποκρυπτογραφηθούν. Είπατε ότι ασχοληθήκατε πάρα πολύ με το διάβασμα, διαβάζατε κλασική λογοτεχνία από πολύ νεαρή ηλικία... οπότε, γιατί ποίηση και όχι πεζογραφία; Καλό ερώτημα... Το διαλέγεις πάλι με κάποιους συνειδησιακούς μηχανισμούς... αλλά είναι και πώς σου ταιριάζει κάτι. Ας πούμε, γιατί διαλέγει κάποιος ένα επάγγελμα; Μπορεί να σου είπε κάποιος γίνε γιατρός ή γίνε φιλόλογος ή γίνε δικηγόρος κλπ. Οι πιο κρίσιμες αποφάσεις που παίρνουμε στη ζωή μας δεν είναι ακριβώς συνειδητές... Υπάρχει ένα πλέγμα πραγμάτων το οποίο μας οδηγεί εκεί. Ο Μπρεξόν έλεγε ότι η διαίσθηση είναι το όργανο του μεταιχμίου, όταν λοιπόν είσαι σ' ένα δίλημμα, μάλλον μ' ένα τρόπο διαισθητικό πας... Πάντως εγώ για να καταλήξω σε αυτό, μου άρεσε η συμπύκνωση που έχει η ποίηση, είναι σαν το παιχνίδι Τζένγκα, αν τραβήξεις ένα κομματάκι μπορεί να καταρρεύσει, το ίδιο και αν βάλεις ένα παραπάνω, έχει, δηλαδή, μια σχέση με την ευρεία έννοια της αρχιτεκτονικής. Στην Ελλάδα, που υπάρχει έντονη ποιητική παράδοση, είναι και πιο προκλητικό, γιατί αν θες να υπηρετείς τη λογοτεχνία, θα πρέπει αυτά που γράφεις να στέκουν στην αναμέτρηση με το χρόνο και μ' αυτούς που έχουν προηγηθεί, να μπορέσεις να σταθείς όρθιος απέναντι σε ιερά τέρατα. Επίσης, στην ποίηση υπάρχει μια μεγαλύτερη δυνατότητα κρυπτικότητας -παρ' ότι φαίνεται ότι εκτίθεσαι περισσότερο- θα πρέπει ο άλλος να αποκωδικοποιήσει κάποια πράγματα, σε σχέση με την πεζογραφία, που χρησιμοποιείς περισσότερα πραγματολογικά στοιχεία, προδίδεσαι δηλαδή περισσότερο. Η ποίηση σε φέρνει ενώπιος ενωπίω με τον εαυτό σου, ακόμα κι όταν δεν εντοπίζεις ψήγματα του εαυτού σου σε ένα ποίημα, από κάπου μπορείς να πιαστείς, και γι' αυτό είναι δύσκολη η ανάγνωση της ποίησης και γίνεται πάντα κατά μόνας. Και αυτή η προσωπική απεύθυνση είναι που με ενδιαφέρει στην ποίηση. Τι θα προτείνατε στους μαθητές που θέλουν να γράψουν ή ήδη γράφουν ποίηση; Ουσιαστικά πρέπει να υπάρχει ένας λόγος για να γράψει κάποιος, ένα κινούν αίτιο. Δηλαδή αυτό που θα σε παρακινεί να γράψεις να είναι κάτι εσωτερικό, που να μην μπορείς να το αποφύγεις και όχι να γράφεις για τα μάτια κάποιων τρίτων. Πάνω απ' όλα, καλό είναι να γίνεις αναγνώστης. Το πιο όμορφο είναι να μάθεις να διαβάζεις την ποίηση, να την προσεγγίζεις χωρίς ταμπού και στερεότυπα "τι θέλει να πει ο ποιητής" και μετά να την γράφεις. Ένας Πορτογάλος συγγραφέας, ο Ant?nio Lobo Antunes, ο οποίος είναι και γιατρός, έλεγε ότι ο στόχος του συγγραφέα είναι να δημιουργήσει ένα βιβλίο σιωπής, δηλαδή να μπορέσει ο αναγνώστης μέσω αυτού να ακούσει τη δική του φωνή, γιατί τα βιβλία, λέει, είναι αντικείμενα που μας μιλάνε με έναν τρόπο. Για να γράφεις θα πρέπει να έχεις κάποιες κεραίες, κάποιες προσλαμβάνουσες, να καταλαβαίνεις τι γίνεται γύρω σου, να έχεις μια ευαισθησία, μια ικανότητα να επεξεργάζεσαι κάποια πράγματα, να βλέπεις και πίσω από τις λέξεις και ανάμεσα από τις λέξεις και πίσω από την επιφάνεια. Για τα άτομα που βρίσκονται στην Πρέβεζα, θα ήταν καλό να επισκέπτονται τη βιβλιοθήκη -παρ' όλες τις ελλείψεις που έχει- και να διαβάζουν τους κλασικούς ποιητές. Να έχεις μια επαφή με την τρέχουσα λογοτεχνία, αλλά και των τελευταίων εκατό ετών τουλάχιστον. Γιατί τα "λόγια μας είναι πολλών ανθρώπων παιδιά", που είχε πει ο Σεφέρης. Και μέσα από αυτές τις επιμειξίες να προσπαθήσεις να δημιουργήσεις ένα δικό σου υβρίδιο, μια δική σου ποικιλία ύφους και γλώσσας. Για να γράφεις, λοιπόν, καλό είναι να έχεις μια επαφή με τις τέχνες γενικά, τη μουσική, τον κινηματογράφο, αλλά βασικό είναι να διαβάζεις. Έλενα Παβέλη, Δήμητρα Πιέτα,
Αδαμαντία Θεοφάνους, Β΄ Λυκείου
|